Όσοι από εσάς ακούγατε το “Blind” και το “Shoots and Ladders” και πορωνόσασταν και κοπανάγατε σαν μανιασμένοι οτιδήποτε στο δωμάτιο σας τότε….ετοιμαστείτε, ήρθε η ώρα να το ξανακάνετε!!! Ύστερα από πολλές απόπειρες πειραματισμού στα δυο τελευταία album τους αποφάσισαν (επιτέλους) να γυρίσουν στο old school.
O Jonathan Davis δήλωσε “Πειραματιστήκαμε πολύ με διάφορα φοβερά πράγματα στα δυο τελευταία albums [2005 “See You On The Other Side” και το 2007 Untitled Album], άλλα δεν θέλαμε να κάνουμε άλλον έναν τέτοιο δίσκο.” Ο Jonathan Davis επίσης δήλωσε. “Έτσι λοιπόν είπαμε, Άς το γυρίσουμε πάλι πίσω και να το κάνουμε σαν ένα project τεσσάρων κομματιών και να το κάνουμε πολύ ωμό όπως κάναμε παλιότερα.”
Για να ανακτήσουν τον ήχο της μπάντας που είχαν στους δυο πρώτους δίσκους, το 1994 με το “KoRn” και το 1996 “Life Is Peachy”, η μπάντα φώναξε τον συνήθη ύποπτο: Ross Robinson, που ήταν ο παραγωγός τότε των δυο αυτών δίσκων. “Σκεφτήκαμε ότι αν ήταν να πάμε πάλι πίσω, τότε θα πρέπει να το κάνουμε με τον Ross.” O μπασίστας της μπάντας Reggie “Fieldy” Arvizu είπε: “Και ήταν υπέροχο, αν και δεν το είχαμε δει πολλά χρόνια, βιώσαμε όπως τότε τα παλιά καλά εκείνα χρόνια.”
Ο Fieldy, ο κιθαρίστας James “Munky” Shaffer, και ο καινούργιος τους drummer Ray Luzier ξεκίνησαν να γράφουν μουσική στις αρχές του καλοκαιριού ανάμεσα στις περιοδείες στην Αμερική και ο Davis έγραψε τα περισσότερα από τα κομμάτια τον Ιούνιο και Ιούλιο κατά την περίοδο του Ευρωπαϊκού τους tour “Escape from the Studio”. Όταν οι KoRn επέστρεψαν στο L.A τους πήρε ο Robinson και τους έβαλε σε ένα δωμάτιο γνωστό και ως “Catbox” με διαστάσεις γκαρσονιέρας εξοπλισμένη με μικρούς ενισχυτές εξάσκησης και μερικά μικρόφωνα για να δημιουργήσουν μια κλειστοφοβική ατμόσφαιρα. Όσο ήταν εκεί μέσα οι KoRn, κατέγραψαν οτιδήποτε είχαν γράψει, μετά ακούγανε τις κασσέτες για να συχγρονίσουν τα κομμάτια πριν μπουν στο studio. Επίσης περάσανε αρκετό χρόνο ακούγοντας και αναλύοντας τον πρώτο τους δίσκο.
“Θέλαμε να ήμαστε σίγουροι ότι κάθε τραγούδι που δουλεύαμε είχε όλα τα στοιχεία που εκπροσωπούν την ακεραιότητα των τραγουδιών που υπήρχε στον πρώτο δίσκο.” είπε ο Fieldy. “Υπάρχει ένα γρήγορο και πραγματικά heavy τραγούδι που είναι εντελώς διαφορετικό από εμάς τα υπόλοιπα κομμάτια όμως είναι ένας συνδυασμός από ότι είχαμε κάνει το ’93. Είναι funky, είναι heavy, είναι μελωδικό, είναι…KoRn.”
Τον Οκτώβριο, ο Robinson και η μπάντα δούλευαν επί ένα μήνα βρίσκοντας τα 15 καλύτερα κομμάτια στο στούντιο των KoRn. Αν και η τοποθεσία ήταν πιο πολυτελής, η προσέγγιση παρέμεινε πρωτόγονη. “Ηχογραφούσαμε τα πάντα σε κασσέτα όπως κάναμε παλιότερα.” Ο Davis είπε: “Και δεν κάναμε στοίβα από τέσσερα η πέντε φωνητικά μέρη όπως κάνω συνήθως. Τραγουδάω με μόνο ένα φωνητικό μέρος σε κάθε τραγούδι, πράγμα που είναι πολύ τρομαχτικό. Είμαι απλά εγώ και το μικρόφωνο και πραγματικά μπορείς να ακούσεις το αίσθημα κάθε τραγουδιού.”
Για να σιγουρευτεί ότι τα φωνητικά του Davis θα ήταν όσο πιο αποδοτικά γινόταν, ο Robinson πίεσε τον Davis να ξαναφέρει στην επιφάνεια τα παλιά του ψυχικά τραύματα για να τροφοδοτήσουν την απόδοση του. “Χρησιμοποίησε κάθε μέθοδο που μπορούσε για να με πάει σε εκείνη την υπερκείμενη όπου ένιωθα ότι ήθελα να ουρλιάξω και να τρέξω μακριά.” Είπε ο Davis. “Βασικά τρελάθηκα όταν φτιάχναμε αυτόν τον δίσκο. Όταν τελειώσαμε, ήμουν ψυχολογικά ένα ράκος. Και οι αναμνήσεις δεν φεύγουν έτσι απλά. Έπρεπε να τις κρατάω όλη μέρα. Ήταν πολύ σκληρό.”
Παρόλες τις ομοιότητες με τους παλιούς KoRn υπάρχει τουλάχιστον μια αρκετά σημαντική διαφορά μεταξύ των παλιών δίσκων με το καινούργιο album. Ο Davis δεν βλέπει τον εαυτό του πια σαν θύμα. Είτε τραγουδάει για την απόγνωση και την απελπισία είτε για παράσιτα της βιομηχανίας, έχει πάρει πια το ρόλο του επιζήσαντα.
“Μιλάω για ότι με πληγώνει μέσα στα τραγούδια, αλλά επίσης εξηγώ και το πως βγαίνω από αυτήν την κατάσταση. Όταν οι στίχοι πηγαίνουν προς τα κάτω, κάτω, κάτω μπαίνουν μετά οι χορωδίες και είναι σαν ‘Α, ΟΚ, να μια διέξοδος, και ίσως και τα άτομα που το ακούνε αυτό να νιώσουν την ίδια ελπίδα.”